“Αφήστε τους μισθούς και δείτε τις εισφορές”

Άρθρο Αλέξανδρου Μωραϊτάκη, Προέδρου ΣΜΕΧΑ, Προέδρου NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ, Μέλους Δ.Σ. ΕΒΕΑ που δημοσιεύθηκε στο Euro2day.gr 5/10/2011.

 


Κυρίαρχο θέμα εσχάτως η κατάργηση της συλλογικής επιχειρησιακής σύμβασης με σκοπό τη μείωση του κατώτατου μισθού. Θέμα που σύμφωνα με όσα αναφέρονται στα δημοσιεύματα ετέθη από την Τρόικα, προκειμένου να γίνει πιο ανταγωνιστική η ελληνική οικονομία και να μειωθεί το κόστος. Προσωπική μου άποψη είναι πως υπάρχουν άλλα θέματα στον χώρο της εργασίας τα οποία δεν έχει λύσει η Τρόικα και δεν έχει αγγίξει ούτε η Κυβέρνηση. Υπάρχουν ασφαλιστικά ζητήματα που εύκολα θα μπορούσαν να είχαν λυθεί και θα οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, στη μείωση της ανεργίας και κυρίως θα προσέφεραν πολλά στους νέους αυτής της χώρας.

Οι μισθοί των εργαζομένων χαρακτηρίζονται από πολλούς χαμηλοί, ή μισθοί πείνας, αλλά στην επιχείρηση κοστίζουν ακριβά. Κοστίζουν ακριβά και στον ίδιο τον  εργαζόμενο, ο οποίος κάθε μήνα για τις ασφαλιστικές του εισφορές δίνει το 16% των μικτών αποδοχών του, χωρίς οι υπηρεσίες που του παρέχονται να είναι ανάλογες. Επίσης η επιχείρηση καταβάλει ένα επιπλέον 28% των μικτών αποδοχών για εργοδοτικές εισφορές. Με άλλα λόγια ένας εργαζόμενος χάνει το 44% (Χ 14 μισθούς) του εργασιακού κόστους του μηνιαίως, ποσό που κατευθύνεται σε παροχές υγείας με αμφίβολη ποιότητα και συνταξιοδοτικές εισφορές σε ένα ταμείο με αβέβαιο μέλλον. Επιπλέον πληρώνει και τους φόρους. Αμείβεται δηλαδή με τα μισά από όσα στοιχίζει στην εταιρία. Το ερώτημα είναι: Τι θα γίνει στα ασφαλιστικά ταμεία αν η Ελλάδα οδηγηθεί σε ένα μεγαλύτερο κούρεμα (haircut); Τι θα γίνουν οι εισφορές που έχουν πληρώσει οι εργαζόμενοι και εργοδότες τους γι’ αυτούς; Αν χαθούν τα χρήματα των συντάξεων ποιος θα ξαναπληρώσει ασφαλιστικές εισφορές; Επίσης οι διαχειριστές των Ταμείων καθώς και τα Διοικητικά Συμβούλια των Ταμείων δεν έχουν ευθύνες για την μη εφαρμογή της αρχής διασποράς του κινδύνου;

Πριν αρχίσουμε λοιπόν να μιλάμε για μειώσεις μισθών ας μιλήσουμε για τις ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες στοιχίζουν πάρα πολλά και έως ένα βαθμό η ανεργία οφείλεται και σε αυτές. Οφείλουμε επίσης πριν δούμε τους κατώτατους μισθούς να απελευθερώσουμε την αγορά εργασίας. Να απελευθερωθούν για παράδειγμα δουλειές που βασίζονται στις προμήθειες. Η δουλειά του πωλητή, του παραγωγού, του ασφαλιστή του broker κ.τ.λ. και η αμοιβή τους συνδέονται άμεσα με τις προμήθειες που παράγουν. Βάσει αυτών των προμηθειών βγαίνει η αμοιβή τους. Όμως το ΙΚΑ επιβάλει κατώτατο μισθό, ενώ σε άλλες δουλειές δίνεται η δυνατότητα προμηθειακής εργασίας. Στους εργαζομένους δε που αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών απαιτείται από το ΙΚΑ να έχουν 3 ισοδύναμους ως προς την αμοιβή εργοδότες. Από την απαίτηση αυτή εξαιρούνται κλάδοι όπως των δημοσιογράφων που ενώ αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών δεν υποχρεούνται να έχουν 3 ισοδύναμους ως προς την αμοιβή εργοδότες, ενώ ούτε οι ίδιοι, ούτε η επιχείρηση στην οποία εργάζονται καταβάλλουν ασφαλιστικές εισφορές. Τις ασφαλιστικές τους εισφορές τις καταβάλλουν με το αγγελιόσημο, που είναι το 18% στην αξία του τιμολογίου. Το ίδιο συμβαίνει και με τους δικηγόρους οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών ακόμη και όταν έχουν έναν εργοδότη και στην περίπτωση τους ονομάζεται πάγια αντιμισθία. Λαμβάνουν δε σύνταξη από ξεχωριστά ταμεία. Γιατί υπάρχουν αυτές οι εξαιρέσεις και γιατί η ασφάλιση στον ΟΑΕΕ δεν αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο με την ασφάλιση στο ΙΚΑ;

Ένα ακόμη θέμα που σχετίζεται με την εργασία είναι η μαθητεία. Η μαθητεία αν και σήμερα αναγνωρίζεται από πολλούς, θεωρείται παράλληλα μία πολύ παρεξηγημένη μορφή απασχόλησης. Δεν είναι λίγοι αυτοί που τη χαρακτηρίζουν «σκλαβιά» ή και «εκμετάλλευση», αν και σε πολλούς κλάδους είναι υποχρεωτική. Όσοι έχουν αποκτήσει εμπειρία μέσω μαθητείας γνωρίζουν πως έχουν ένα δυνατό όπλο στα χέρια τους. Την προϋπηρεσία, που σήμερα βάζουν ως προϋπόθεση οι περισσότεροι που αναζητούν στελέχη για την επιχείρησή τους. Παλαιότερα τα πανεπιστήμια πρόσφεραν στους καλύτερους φοιτητές τη δυνατότητα να εργαστούν για έξι μήνες σε διάφορους επιχειρηματικούς κλάδους. Έτσι οι φοιτητές πριν ακόμα ολοκληρώσουν τις σπουδές τους είχαν αποκτήσει εργασιακή εμπειρία και κυρίως γνώριζαν αν το επάγγελμα που διάλεξαν τους ταιριάζει ή αν είχαν κάνει λάθος επιλογή. Ο χρηματιστηριακός χώρος είναι χώρος υψηλής πνευματικής εργασίας με υψηλή προστιθέμενη αξία. Οι κατάλληλοι ξεπερνούν κατά πολύ το μέσο όρο αμοιβών. Όσοι πετυχαίνουν στο χώρο αυτό έχουν συγκεκριμένα προσόντα που συνδυάζουν α) άριστες θεωρητικές πανεπιστημιακές και μεταπτυχιακές σπουδές, β) εξειδίκευση και πρακτική εμπειρία και γ) ικανότητα στις πωλήσεις. Ανεξαρτήτως των θεωρητικών γνώσεων  που έχουν οι απόφοιτοι πανεπιστημίων, στην πράξη φαίνεται πως δεν μπορούν όλοι να πετύχουν στο συγκεκριμένο κλάδο. Γι΄αυτό και εκτός των άλλων η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για να χορηγήσει πιστοποίηση ορίζει ότι πέραν των πανεπιστημιακών τίτλων χρειάζεται προϋπηρεσία 6-12 μηνών. Η μαθητεία μπορεί να συνδέσει το πανεπιστήμιο με την αγορά εργασίας, κάτι που σήμερα είναι ζητούμενο.  Γιατί δεν έχει γίνει από την Κυβέρνηση τίποτα και σε αυτό το θέμα που επίσης θα μπορούσε να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, να μειώσει την ανεργία και να εφοδιάσει τους νέους εργαζόμενους με την απαραίτητη προϋπηρεσία;

Υπάρχουν εναλλακτικές αλλά χρειάζονται ανοικτά μυαλά, προκειμένου να υιοθετήσουν αυτές τις προτάσεις. Στις ΗΠΑ π.χ. εφαρμόζονται συνταξιοδοτικά προγράμματα στα οποία ο εργαζόμενος καταβάλει χρήματα κατά το διάστημα της απασχόλησης του, τα οποία εξαιρούνται της φορολόγησης κατά τον εργασιακό του βίο (KEOGH IRA). Χρειάζεται να ξεφύγουμε από τα τετριμμένα, τις απλές λύσεις που βλέπουν όλοι, οι οποίες όμως δεν λύνουν το πρόβλημα. Όσοι κατέχουν υψηλές θέσεις οφείλουν να βρίσκουν εναλλακτικές λύσεις που να οδηγούν γρηγορότερα στο στόχο, χωρίς να επιβαρύνουν άλλο την κοινωνία. Αν δεν μπορούν ας αφήσουν άλλους να το πράξουν.