Τα κρυφά βάρη του ασφαλιστικού.
Το Δημόσιο επιπλέον του χρέους των 300 δισ. ευρώ έχει υποχρεώσεις προς τα ασφαλιστικά ταμεία ύψους 500 δισ. ευρώ σε τιμές παρούσης αξίας για τα επόμενα 40 χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος της άδικης περικοπής συντάξεων ενώ οι συνταξιούχοι κατέβαλαν κανονικά τις εισφορές τους. Όμως το 2002 χαρίστηκαν δυο τρισεκατομμύρια δραχμές προς ισχυρούς τραπεζικούς ομίλους εις βάρος του ΙΚΑ από την τότε Κυβέρνηση χωρίς απεργιακή ή συνδικαλιστική αντίδραση. Το ίδιο έγινε την 5ετια 2004-2008 από την τότε Κυβέρνηση χωρίς οι συνδικαλιστές να απεργήσουν ή/και να αντιδράσουν με κόστος για το ΙΚΑ 1 δισ. ευρώ. Υπουργοί καθώς και άλλα πρόσωπα ωφελήθηκαν. Υπάρχει λοιπόν πολιτική, αστική και ίσως ποινική ευθύνη με ονοματεπώνυμο για να επιστραφούν «τα κλεμμένα». Η τωρινή Κυβέρνηση που δεν έχει ευθύνη οφείλει να τα αναζητήσει. Οι συνδικαλιστές πρέπει να απεργήσουν και γι’ αυτό. Επιπλέον αξίζει να σημειωθεί πως συνδικαλιστές και πολιτικοί ανέχτηκαν να επιβαρύνεται δυσμενώς το ισοζύγιο εσόδων και εξόδων του ΙΚΑ και πως η απασχόληση των αλλοδαπών άργησε να εκληφθεί από την Κυβέρνηση ως απώλεια εσόδων. Τη δεκαετία των υψηλών επιτοκίων του 1960 οι καταθέσεις των Ασφαλιστικών ταμείων παρέμειναν άτοκες στην ΤτΕ. Στη συνέχεια χαρίστηκαν από υπουργούς Εργασίας συντάξεις με πλασματικά ένσημα χωρίς πραγματικές εισφορές σε παλιννοστούντες. Πρέπει να μπουν όλα στο τραπέζι και να συζητηθούν από μηδενικής βάσης. Πρέπει εντόκως να αποδοθούν στο ΙΚΑ τα χρήματα που αδίκως το επιβάρυναν. Υπάρχει όμως και ένα ανέγγιχτο θέμα, το οποίο αφορά στους μισθούς των εργαζομένων. Χαρακτηρίζονται από πολλούς χαμηλοί, ή μισθοί πείνας, αλλά στην επιχείρηση κοστίζουν ακριβά και όχι μόνο επιβαρύνουν υπέρμετρα το εργασιακό κόστος αλλά συντελούν στην υψηλή ανεργία. Κοστίζουν ακριβά και στον εργαζόμενο, ο οποίος κάθε μήνα για τις ασφαλιστικές του εισφορές δίνει το 16% των μικτών αποδοχών του, χωρίς οι υπηρεσίες που του παρέχονται να είναι ανάλογες. Επιπλέον η επιχείρηση καταβάλει ένα επιπλέον 28% των μικτών αποδοχών για εργοδοτικές εισφορές. Με άλλα λόγια ένας εργαζόμενος χάνει το 45% έως 55% του εργασιακού κόστους του μηνιαίως, ποσό που κατευθύνεται σε παροχές υγείας με αμφίβολη ποιότητα και συνταξιοδοτικές εισφορές σε ένα ταμείο με αβέβαιο μέλλον. Είναι διαφορετικό το κόστος εργασίας για την επιχείρηση και διαφορετικό το έσοδο που έχει ο εργαζόμενος. Πρέπει να ξεκαθαριστεί και να γίνει κατανοητό από όλους πως ενώ ο εργαζόμενος λαμβάνει 14 μισθούς έχοντας πληρώσει τις εισφορές του και στη συνέχεια φορολογείται, ο εργοδότης καταβάλει κεφάλαια που αντιστοιχούν σε 20 μισθούς.