ΝΕΡΟ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ…
Ο κ. Ιωάννης Κωστόπουλος, Πρόεδρος της Alpha Bank, χρησιμοποίησε πρόσφατα μια απλή φράση στην προσπάθειά του να εξηγήσει τους λόγους που οδηγούν στην αδυναμία των τραπεζών να δανειοδοτήσουν τις επιχειρήσεις: «οι στρόφιγγες είναι ανοικτές, νερό δεν υπάρχει», είπε χαρακτηριστικά. Και πράγματι, στην παρούσα φάση που διανύει η ελληνική οικονομία, η συζήτηση για λιγότερο ή περισσότερο αυστηρά κριτήρια στη διαδικασία χορήγησης δανείων παραμερίζεται από τη δυσάρεστη κατάσταση στις συνθήκες ρευστότητας που χαρακτηρίζει σήμερα το ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Αρκεί να αναφερθεί κανείς στα βασικά μεγέθη για να γίνει αντιληπτό το πρόβλημα: δάνεια ύψους 250 δις ευρώ και τα ελληνικά ομόλογα 50 δις ευρώ περίπου αντικρίζονται από καταθέσεις 190 δις ευρώ και κεφάλαια της ΕΚΤ ύψους 103 δις ευρώ περίπου που έχουν δοθεί με τη διαδικασία της ενεχυρίασης ελληνικών ομολόγων κυρίως. Η εξάρτηση επομένως του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από την ΕΚΤ εξαιτίας του συνδυασμού εκροές καταθέσεων, ανάλωσης αποταμιεύσεων από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αποθησαύρισης χρημάτων αλλά και της αδυναμίας εξυπηρέτησης των δανείων λόγω της ύφεσης, έχει προσλάβει πρωτοφανώς μεγάλο ύψος.
Πώς όμως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα θα βελτιώσει τις συνθήκες ρευστότητάς του; Πως θα πεισθούν οι Έλληνες να επανεμβάσουν τα κεφάλαια που έστειλαν στο εξωτερικό; Πώς θα πεισθούν να εμφανίσουν τα αποθησαυρισμένα κεφάλαια σε εμφανείς τραπεζικούς λογαριασμούς; Ακόμη δε περισσότερο, πώς μπορεί να πεισθούν Έλληνες του εξωτερικού να εμβάσουν τα κεφάλαιά τους με στόχο την υλοποίηση κάποιας επιχειρηματικής πρωτοβουλίας; Νομίζω δε ότι πρέπει να προηγηθεί η προσπάθεια προσηλυτισμού κεφαλαίων Ελλήνων σε σχέση με εκείνα πολιτών άλλων χωρών στο βαθμό που μπορεί να θεωρηθεί ότι η συναισθηματική φόρτιση που εμπεριέχει ο όρος «πατριωτικό καθήκον» δεν έχει σβήσει ακόμη. Προσωπικά δε, πιστεύω ότι μια χώρα που ιστορικά βοηθήθηκε όσο καμία άλλη από πλειάδα εθνικών ευεργετών τον προηγούμενο αιώνα κυρίως, μπορεί και σήμερα με τις κατάλληλες προϋποθέσεις να αναδείξει τους «δικούς της Buffett» ή επί το ελληνικότερο τους «δικούς της Βαρβάκηδες».
Σε τελική ανάλυση, το χρηματοπιστωτικό σύστημα προσομοιάζει με ένα υδραυλικό σύστημα στο οποίο κυκλοφορεί νερό. Αν δεν κυκλοφορεί επαρκής ποσότητα νερού ή η πίεση του είναι χαμηλή, οι καταναλωτές θα διαμαρτύρονται. Τί πρέπει να γίνει για να διορθωθεί; Κατάλληλα έργα για να αυξηθεί η ροή νερού από κάποια λίμνη ή ποταμό που μπορεί να συνδεθεί με το προβληματικό αστικό δίκτυο και δεξαμενές αποθήκευσης σε επαρκώς υψηλά σημεία ώστε να αυξηθεί η πίεσή του. Χωρίς αυτά το πρόβλημα θα παραμένει άλυτο. Επομένως, η βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και η αύξηση της κυκλοφοριακής ταχύτητας του χρήματος που συμβαίνει όταν όλοι ξοδεύουμε περισσότερο και συχνότερα, απαιτεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις (όπως π.χ. η προώθηση διαρθρωτικών αλλαγών), ώστε να επανέλθει η εμπιστοσύνη για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας και να αντιστραφεί η διάχυτη αρνητική ψυχολογία που κυριαρχεί σήμερα.
Επειδή δε η συνέχιση του καταγγελτικού λόγου προς κάθε κατεύθυνση οδηγεί μάλλον σε όξυνση του προβλήματος χαμηλής ρευστότητας στην ελληνική οικονομία, νομίζω ότι η διαμόρφωση των προϋποθέσεων για αντιμετώπιση του προβλήματος μπορεί να υποβοηθηθεί με τη σύσταση μιας ad hoc ολιγομελούς «επιτροπής σοφών» από πρόσωπα αδιαμφισβήτητου κύρους και επαρκών γνώσεων των συνθηκών της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Το internet μπορεί να βοηθήσει καταλυτικά ώστε να γίνει σε σύντομο χρονικό διάστημα ένα εξαντλητικό brainstorming για καταγραφή προτάσεων, ιδιαίτερα επικοινωνιακού περιεχομένου. Πρέπει ωστόσο να υπάρξει και η βούληση της Πολιτείας ότι θα ακούσει τις προτάσεις και επιπλέον θα τις εφαρμόσει (!) δεδομένου ότι εσχάτως μεταφέραμε το μήνυμα στους Ευρωπαίους εταίρους μας ότι η ψήφιση νόμων για τις μεταρρυθμίσεις δεν συνιστά και δεσμευτική υποχρέωσή μας για την εφαρμογή τους (λόγος αποχώρησης της τρόικας τον Αύγουστο). Είναι επομένως στο δικό μας terrain οι πρωτοβουλίες που μπορούν δρομολογήσουν την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας, της θεμελιώδους δηλαδή προϋπόθεσης για την επίτευξη οποιουδήποτε μακροοικονομικού στόχου.