Κυπριακό μοντέλο για την καταπολέμηση της ανεργίας

Άρθρο Αλέξανδρου Μωραϊτάκη, Προέδρου ΣΜΕΧΑ, Προέδρου NUNTIUS ΑΧΕΠΕΥ, Μέλους Δ.Σ. ΕΒΕΑ που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ στις 11/4/2009

 

Οι τεράστιες εισφορές που επιβαρύνουν τη μισθωτή εργασία στην Ελλάδα αποτελούν ένα από τα σοβαρότερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι επιχειρήσεις, όταν σχεδιάζουν να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, αλλά και οι εργαζόμενοι, κάθε φορά που βλέπουν ένα τεράστιο άνοιγμα ανάμεσα στις μεικτές αποδοχές τους και στα χρήματα που τελικά λαμβάνουν κάθε μήνα.

Μετά την ενιαία πλατφόρμα των Χρηματιστηρίων Αθήνας και Λευκωσίας, εκτός των άλλων λόγων: α) φορολογικών (υποτριπλασίων) και β) κεφαλαιακών (υποπενταπλασίων), το τρίτο ζήτημα γ) των υψηλών ασφαλιστικών εισφορών τέθηκε με επιτακτικό τρόπο. Στην Κύπρο, οι ασφαλιστικές κρατήσεις των εργαζομένων αντιστοιχούν σε ποσοστό μόλις 6,30% των αποδοχών και στο ίδιο ποσοστό (6,30%) αντιστοιχούν οι εισφορές των εργοδοτών. Στη χώρα μας είναι τριπλάσιες για τους εργαζομένους, φθάνοντας το 16% και σχεδόν πενταπλάσιες για τους εργοδότες, καθώς ανέρχονται σε ποσοστό 28%.

Έτσι, ένας εργαζόμενος με μικτές αποδοχές 5.300 ευρώ μηνιαίως, στην Ελλάδα στοιχίζει ετησίως συνολικά στην επιχείρηση περίπου 95.000 ευρώ, ενώ ο ίδιος εισπράττει καθαρά μετά την αφαίρεση εισφορών και φόρων μόνο 32.000 ευρώ, δηλαδή το 1/3!!!

Με δεδομένη τη δυνατότητα πραγματοποίησης συναλλαγών στην Αθήνα μέσω Κύπρου, σε ενιαία χρηματιστηριακή πλατφόρμα, αρκετοί για λόγους ισότιμου ανταγωνισμού, κεφαλαιακών απαιτήσεων, φορολογίας, ασφαλιστικών επιβαρύνσεων κ.α., μπαίνουν στον πειρασμό να εξετάσουν τη μεταφορά της έδρας των εταιρειών τους στην Κύπρο! Δεν είναι τυχαίο ότι Κυπριακές ΑΧΕΠΕΥ με μετόχους, υποκαταστήματα και γραφεία γεμάτα Ελλαδίτες, στελέχη συνεχώς ανεβαίνουν.

Αν πράγματι στόχος είναι μια υγιής αναπτυξιακή δυναμική, πρέπει άμεσα να βρεθεί μια νέα ισορροπία, ανάμεσα στην ανάγκη προάσπισης της βιωσιμότητας των ταμείων και στη δημιουργία των προϋποθέσεων επέκτασης της απασχόλησης. Αυτή τη νέα ισορροπία αναζήτησε πριν από μερικούς μήνες η επιτροπή υπό τον καθηγητή Κουκιάδη, αλλά το πόρισμά της και τα συμπεράσματά του δεν τέθηκαν σε δημόσιο διάλογο.

Μια ιδέα θα ήταν να επανεξετασθεί το εργασιακό και ασφαλιστικό καθεστώς μιας μεγάλης μερίδας απασχολούμενων και να εναρμονισθεί με αυτό που ισχύει σήμερα για τους ασφαλειομεσίτες. Πρόκειται για πρόσωπα που δραστηριοποιούνται γενικά στον τομέα των πωλήσεις και ιδιαίτερα των πωλήσεων επενδυτικών υπηρεσιών, οι οποίοι θα προτιμούσαν  να πληρώνουν οι ίδιοι τις εισφορές τους στον ΟΑΕ (πρώην ΤΕΒΕ) και να αμείβονται βάσει της απόδοσής τους.

Η συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων κακώς εντάσσεται σήμερα στο χώρο των μισθωτών. Η ίδια η φύση των εργασιών τους έχει σαφείς διαφορές από τη μισθωτή εργασία: οι εργασίες τους δεν έχουν το στοιχείο της συνεχούς επανάληψης και της σταθερής απόδοσης προς την επιχείρηση, αλλά αντίθετα χαρακτηρίζονται από συνεχείς διακυμάνσεις, ανάλογα με την πορεία της αγοράς, ενώ η οικονομική τους αποδοτικότητα και οι αμοιβές τους διαφοροποιούνται συνεχώς, ανάλογα με τις ικανότητες αξιοποίησης του χρόνου που διατίθεται και διαφοροποιείται κάθε φορά τις οικονομικές συνθήκες, τη διάθεση για επιτυχία κ.α.

Με βάση τη φύση και τις ιδιαιτερότητες των εργασιών τους, λοιπόν, οι απασχολούμενοι στην πώληση αποτελούν μια κατηγορία εργαζομένων που κατ’ εξοχήν «γεφυρώνουν» τη μισθωτή εργασία με την αυτοαπασχόληση.  

Αν αυτή η κατηγορία εργαζομένων, όπως και πολλές άλλες με ομοειδή χαρακτηριστικά, υπαγόταν στην ασφάλιση του ΟΑΕ, θα απαλλάσσονταν εργαζόμενοι και εργοδότες από υπερβολικές επιβαρύνσεις και θα άνοιγε ο δρόμος για να προσφερθούν σημαντικές ευκαιρίες απασχόλησης στους νέους μας, όπως μεταξύ άλλων: δωρεάν πρακτική εκπαίδευση υψηλής τεχνογνωσίας, που δεν βρίσκουν στα Πανεπιστήμια,  διοικητική και τεχνική υποστήριξη, κ.α.

Έτσι, λοιπόν, όσοι είναι ικανοί και δέχονται να αμείβονται εισπράττοντας μερίδιο επί τη βάσει του οικονομικού αποτελέσματος του χρόνου απασχόλησης τους, θα έχουν μια εξαιρετική εξέλιξη, που θα αμείβεται επιχειρηματικά. Σήμερα αυτή η ευκαιρία της ουσιαστικής επαγγελματικής εκπαίδευσης της απασχόλησης και των εξαιρετικών προοπτικών χάνεται. Όλοι ζημιώνονται και περισσότερο η εθνική μας οικονομία. Η κυβέρνηση καλείται να βρει τη σωστή ασφαλιστική λύση.