Καταστατικό

ΑΡΘΡΟ 3ο
ΜΕΛΗ

Α. ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΜΕΛΩΝ 1. Κατηγορίες: Τα μέλη διακρίνονται σε τακτικά, συνδεδεμένα και επίτιμα, σύμφωνα με τους ορισμούς των επομένων παραγράφων.
2. Τακτικά μέλη μπορούν να είναι: i) Τα μέλη του Χρηματιστηρίου Αξιών. ii) Τα μέλη του Χρηματιστηρίου Παραγώγων.
3. Συνδεδεμένα μέλη είναι δυνατόν να είναι οι υπόλοιπες ΕΠΕΥ του άρθρου 27 του Ν. 2396/96 που δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις του τακτικού μέλους. Τα Συνδεδεμένα μέλη δεν έχουν δικαίωμα ψήφου, μπορούν όμως να εκφράζουν τις απόψεις τους στα όργανα του Συνδέσμου.
4. Επίτιμα μέλη είναι δυνατόν να ανακηρυχθούν προσωπικότητες που πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες στην προσπάθεια για την ανάπτυξη του χρηματιστηριακού θεσμού και της κεφαλαιαγοράς γενικότερα στην Ελλάδα.

Β. ΕΙΣΔΟΧΗ ΜΕΛΩΝ
1. Τακτικών: Για την εισδοχή ενός τακτικού μέλους αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, καθώς και δήλωση του νέου μέλους ότι αποδέχεται το καταστατικό του Συνδέσμου καθώς και τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως αυτός ισχύει και θα συμμορφώνεται με τις αποφάσεις των οργάνων του Συνδέσμου (Διοικητικό Συμβούλιο, Γενική Συνέλευση, Επιτροπή Δεοντολογίας).
2. Συνδεδεμένων: Για την εισδοχή ενός συνδεδεμένου μέλους αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο, ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου, καθώς και δήλωση του νέου μέλους ότι αποδέχεται το καταστατικό του Συνδέσμου καθώς και τον Κώδικα Δεοντολογίας, όπως αυτός ισχύει και θα συμμορφώνεται με τις αποφάσεις των οργάνων του Συνδέσμου (Διοικητικό Συμβούλιο, Γενική Συνέλευση, Επιτροπή Δεοντολογίας).
3. Επιτίμων: Επίτιμο μέλος ανακηρύσσεται κανείς με απόφαση της Γενικής Συνελεύσεως, μετά από πρόταση του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΑΡΘΡΟ 4ο
ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΜΕΛΩΝ

Τα τακτικά μέλη του Συνδέσμου με τους νομίμους εκπροσώπους τους δικαιούνται και υποχρεούνται:

  1. Να μετέχουν στις εκδηλώσεις του Συνδέσμου και ιδιαίτερα στις συνεδριάσεις των Γενικών Συνελεύσεων, παίρνοντας μέρος στις συζητήσεις και ψηφοφορίες.
  2. Να ενημερώνονται για τις δραστηριότητες του Συνδέσμου γενικά και να λαμβάνουν γνώση των αποφάσεων των καταστατικών οργάνων του.
  3. Να εκλέγουν τα καταστατικά όργανα του Συνδέσμου και να εκλέγονται σ’αυτά.
  4. Να καταβάλουν τακτικά και έγκαιρα τις οικονομικές υποχρεώσεις τους στο Σύνδεσμο και να γνωστοποιούν χωρίς καθυστέρηση στο Διοικητικό Συμβούλιο κάθε αλλαγή της επαγγελματικής τους διεύθυνσης.
  5. Να τηρούν το Καταστατικό και να συμμορφώνονται με τις αποφάσεις των οργάνων του Συνδέσμου, να καταβάλλουν δε κάθε δυνατή προσπάθεια για την προαγωγή και επίτευξη των σκοπών του.

Τα δικαιώματα τακτικού μέλους του Συνδέσμου αναστέλλονται, αν το μέλος δεν έχει εκπληρώσει τις οικονομικές του υποχρεώσεις, με συνέπεια να μην υπολογίζεται στον αριθμό των μελών για τη απαιτούμενη από το Καταστατικό απαρτία των Γενικών Συνελεύσεων, την ψηφοφορία και τη λήψη αποφάσεων.

ΑΡΘΡΟ 5ο
ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΜΕΛΩΝ

Κάθε τακτικό μέλος έχει το δικαίωμα να αποχωρήσει από το Σύνδεσμο, με έγγραφη δήλωσή του, που γνωστοποιείται στο Διοικητικό Συμβούλιο, οπότε το μέλος διαγράφεται, από το Μητρώο των μέλων του Συνδέσμου και η διαγραφή οριστικοποιείται κατά την πρώτη, μετά την γνωστοποίηση της έγγραφης δήλωσης, συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου.

ΑΡΘΡΟ 6ο
ΑΠΟΒΟΛΗ ΜΕΛΩΝ

Αποβολή μέλους επιτρέπεται, με αιτιολογημένη απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Συνδέσμου όταν το μέλος: α) Παραβαίνει το Καταστατικό ή δεν συμμορφώνεται με τις αποφάσεις ή ενεργεί αντίθετα προς τους σκοπούς του Συνδέσμου.
β) Καθυστερεί την εκπλήρωση των οικονομικών του υποχρεώσεων προς το Σύνδεσμο, για δύο συνεχή χρόνια.
γ) Πάψει να έχει τις προϋποθέσεις εγγραφής του ως μέλος του Σωματείου.
δ) Υποπέσει σε άλλο σπουδαίο παράπτωμα ή συντρέχει άλλος σπουδαίος λόγος.

Την αποβολή εισηγείται στη Γενική Συνέλευση το Διοικητικό Συμβούλιο ή το ένα πέμπτο (1/5) τουλάχιστον των τακτικών μελών του Συνδέσμου. Το Διοικητικό Συμβούλιο και η Γενική Συνέλευση υποχρεούνται να ακούσουν προηγούμενα το μέλος, του οποίου ζητείται η αποβολή, για τις αποδιδόμενες σ’αυτό παραβάσεις ή παραπτώματα.
Το μέλος που αποβάλλεται μπορεί, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την επίδοση σ’αυτό της σχετικής απόφασης, να προσφύγει στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.