Η αδικία προς συνταξιούχους.
Το Δημόσιο εκτός του χρέους των 300 δις έχει υποχρεώσεις για τα ασφαλιστικά ταμεία ύψους 500 δις σε τιμές παρούσης αξίας για τα επόμενα 40 χρόνια. Αυτός είναι ο λόγος της άδικης περικοπής συντάξεων ενώ οι συνταξιούχοι κατέβαλαν κανονικά τις εισφορές τους όταν εργάζονταν. Όμως το 2001 χαρίστηκαν δυο τρισεκατομμύρια δραχμές προς ισχυρούς τραπεζικούς ομίλους εις βάρος του ΙΚΑ. Το ίδιο έγινε την 5ετια 2004-2008 με κόστος 1 δις ευρώ. Υπάρχει λοιπόν πολιτική, αστική και ίσως ποινική ευθύνη με ονοματεπώνυμο για να επιστραφούν «τα κλεμμένα». Συνδικαλιστές και πολιτικοί ανέχτηκαν να επιβαρύνεται δυσμενώς το ισοζύγιο εσόδων και εξόδων του ΙΚΑ. Η απασχόληση των αλλοδαπών άργησε να εκληφθεί από την Κυβέρνηση ως απώλεια εσόδων. Τη δεκαετία των υψηλών επιτοκίων του 1960 οι καταθέσεις των Ασφαλιστικών ταμείων παρέμειναν άτοκες στη ΤτΕ. Στη συνέχεια χαρίστηκαν από Υπουργούς Εργασίας συντάξεις με πλασματικά ένσημα χωρίς πραγματικές εισφορές σε παλιννοστούντες. Πρέπει να μπουν όλα στο τραπέζι και να συζητηθούν από μηδενικής βάσης. Πρέπει εντόκως να αποδοθούν στο ΙΚΑ τα χρήματα που αδίκως το επιβάρυναν. Υπάρχει όμως και ένα ανέγγιχτο θέμα, το οποίο αφορά στους μισθούς των εργαζομένων. Χαρακτηρίζονται από πολλούς χαμηλοί, ή μισθοί πείνας, αλλά στην επιχείρηση κοστίζουν ακριβά και όχι μόνο επιβαρύνουν υπέρμετρα το εργασιακό κόστος αλλά συντελούν στη υψηλή ανεργία. Κοστίζουν ακριβά και στον εργαζόμενο, ο οποίος κάθε μήνα για τις ασφαλιστικές του εισφορές δίνει το 16% των μικτών αποδοχών του, χωρίς οι υπηρεσίες που του παρέχονται να είναι ανάλογες. Επιπλέον η επιχείρηση καταβάλει ένα επιπλέον 28% των μικτών αποδοχών για εργοδοτικές εισφορές. Με άλλα λόγια ένας εργαζόμενος χάνει το 45% έως 55% του εργασιακού κόστους του μηνιαίως, ποσό που κατευθύνεται σε παροχές υγείας με αμφίβολη ποιότητα και συνταξιοδοτικές εισφορές σε ένα ταμείο με αβέβαιο μέλλον. Είναι διαφορετικό το κόστος εργασίας για την επιχείρηση και διαφορετικό το έσοδο που έχει ο εργαζόμενος. Πρέπει να ξεκαθαριστεί και να γίνει κατανοητό από όλους πως ενώ ο εργαζόμενος λαμβάνει 14 μισθούς έχοντας πληρώσει τις εισφορές του και στη συνέχεια φορολογείται, ο εργοδότης καταβάλει κεφάλαια που αντιστοιχούν σε 20 μισθούς. Αυτό προκύπτει διότι 14 είναι οι μισθοί για 11 μήνες εργασια+1 μισθός απαιτείται για ενδεχόμενη απόλυση συμφωνα με τον νόμο+ 1 μισθός για άδεια+ 4,2 μισθοί για εργοδοτικές εισφορές 28% ετησίως.
Όμως και από οικονομικής πλευράς κακώς θίγονται τα έσοδα των χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων διότι, εκτός των άλλων, έχουν μεγάλο θετικό πολλαπλασιαστή υπέρ της Ελληνικής οικονομίας, δηλαδή όταν παίρνουν 1 € διαχέεται στο σύνολο της οικονομίας τουλάχιστον 1,5€. Στη συνεχεία να ενισχυθεί η απασχόληση με πόρο 2% από το ΦΠΑ που θα εκλογικεύει το υπερβολικό (χωρίς ανάλογα ανταλλάγματα) ασφαλιστικό κόστος εργοδοτών και εργαζομένων.