Ελληνικές πρωτοτυπίες!
Στο προηγούμενο άρθρο, προσεγγίσαμε το πρόβλημα μιας κατηγορίας επιχειρήσεων, των εταιρειών παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, που έχουν εκτεθεί στην πιο ακραία μορφή παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού και ταυτόχρονα γίνονται καθημερινά στόχοι παράλογων δυσμενών διακρίσεων από την Πολιτεία.
Οι ανεξάρτητες χρηματιστηριακές εταιρείες, όσες δηλαδή δεν εντάσσονται σε κάποιον από τους ισχυρούς τραπεζικούς ομίλους της χώρας, βρίσκονται καθημερινά αντιμέτωπες με ανταγωνισμό από πανίσχυρες ξένες επενδυτικές τράπεζες, ή από ομοειδείς εταιρείες με έδρα την Κύπρο.
Την ίδια ώρα, η Πολιτεία δεν συγκινείται όταν:
-
Οι φόροι που πληρώνουν οι επενδυτές είναι υψηλότεροι («γιατί πιάνονται») όταν οι συναλλαγές στο εξωτερικό γίνονται από Ελληνικές εταιρίες. Σαράντα άτομα για την Ελλάδα έχει ελβετική Τράπεζα στην Γενεύη. Έτσι ενώ δεν αποδίδουν τίποτα στο Δημόσιο, στερούν από έσοδα και απασχόληση την εθνική μας οικονομία.
-
Ενώ Έλληνες έχουν τεχνογνωσία και πληρώνουν φόρους και ασφαλιστικές εισφορές στην Ελλάδα, ανατίθενται χωρίς διαγωνισμό συμβουλευτικές εργασίες για μετοχοποιήσεις εξαγορές, συγχωνεύσεις, κλπ. σε «ημέτερους» ξένους, με αρνητικά αποτελέσματα.
-
Δεν διαφαίνεται ότι τηρούνται οι κανόνες του ισότιμου, υγιούς ανταγωνισμού και της κεφαλαιοποίησης και ότι εξυπηρετείται το υπέρτατο συμφέρον των ασφαλιστικών ταμείων και μεριδιούχων όταν οι διαχειρίστριες εταιρίες μπορούν για λογαριασμό τρίτων να συναλλάσσονται, χωρίς έλεγχο συνολικής βέλτιστης εκτέλεσης και διαφάνειας ίσων ευκαιριών όλων των ΑΧΕΠΕΥ, ως προς την εκτέλεση, με εταιρίες του ίδιου ομίλου σε μετοχές και ομόλογα.
-
Οι χρηματιστηριακές εταιρείες εξαιρούνται από ΟΛΑ τα επενδυτικά, αναπτυξιακά και χρηματοδοτικά προγράμματα που κατά καιρούς εκπονούνται για ΌΛΟΥΣ τους κλάδους των επιχειρήσεων της χώρας:
-
Το κράτος εμφανίζεται έτοιμο να ενισχύσει ακόμη και επιχειρήσεις ή κλάδους με ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης στο μέλλον, αλλά κλείνει εντελώς τις στρόφιγγες σε έναν επιχειρηματικό κλάδο με αποδεδειγμένο δυναμισμό και τεχνογνωσία, ο οποίος δημιουργεί καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας για εξειδικευμένο προσωπικό, αντί για τις γνωστές θέσεις των 700 ευρώ.
-
Για να ιδρυθεί ένα αμοιβαίο κεφάλαιο στο Λουξεμβούργο χρειάζονται κεφάλαια μόλις 125.000 ευρώ, ενώ στην Ελλάδα απαιτούνται 9 εκατ. ευρώ!
Αν σε όλα αυτά προστεθούν οι γνωστές επιβαρύνσεις από φόρους, ασφαλιστικές εισφορές υψηλότερες κεφαλαιακές απαιτήσεις και τη δαιδαλώδη γραφειοκρατία, ή και η άσκηση πολιτικής με ημιτελή και αποσπασματικά μέτρα από στρατιές καλοπληρωμένων, πλην ανεπαρκών, υπουργικών συμβούλων, διαμορφώνεται ένα επιχειρηματικό πεδίο που παρά τις καλές λεκτικές προθέσεις του Πρωθυπουργού, απομακρύνει την Ελλάδα από τις διακηρύξεις περί ανάπτυξης της ως διεθνούς χρηματοοικονομικού κέντρου.